Το παρακάτω απόσπασμα που παραθέτω ανήκει στο γάλλο φιλόσοφο Μποντριγιαρ. Είναι απο το βιβλίο του : «D’ un fragment l’ autre, Entretiens avec Francois L’ Yvonnet» (Albin Michel, 2001). Έχει φύγει απο τη ζωή αλλά τα κείμενα του μας φωτίζουν και ο ιδιότροπος τρόπος γραφής του μας ξυπνά νέες ιδέες και μας κουρδίζει που και που το μυαλό... Είναι πραγματικά ένα απόσπασμα που αξίζει κανείς να διαβάσει. Θεωρώ πως παρόλη την υπερβολή ενός φιλόσοφου, το κείμενο εξηγεί ακριβώς για ποιο λόγο αργα ή γρήγορα καταπνίγονται οι αντιδράσεις του λαού και πώς αυτές είναι ανεπαρκείς για να πολεμήσουν ένα ανανεωμένο σύστημα που έχει βρει το δρόμο του μέσα απο την εξέλιξη να καταπνίγει και να κάμπτει τις αντιστάσεις. Αξίζει να του ρίξετε μια ματιά
Αντιστέκομαι λίγο στην ιδέα της αντίστασης επειδή αυτή ανήκει στο σύμπαν της κριτικής σκέψης, της εξεγερμένης και ανατρεπτικής σκέψης και όλα αυτά είναι λίγο παρωχημένα. Αν αντιλαμβάνεται κανείς την ολοκληρωτική πραγματικότητα, η οποία έχει αφομοιώσει κάθε αρνητικότητα, η ιδέα να αντισταθεί σε αυτήν, να αντιπαραθέσει στην αξία μιαν αντι-αξία, σε ένα σύστημα ένα αντι-σύστημα φαίνεται να είναι αφελής και απατηλή. Τι μπορεί επομένως να παρεμβαίνει αν όχι μια ιδιαιτερότητα, η οποία δεν αντιστέκεται αλλά συγκροτείται σε ένα άλλο σύμπαν, με βάση έναν άλλο κανόνα του παιχνιδιού, η οποία μπορεί ενδεχομένως να εξοντωθεί, αλλά αποτελεί σε μια δεδομένη στιγμή ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για το ίδιο το σύστημα;
Αυτή, όμως, δεν είναι μια μετωπική αντίσταση. Μια μετωπική αντίσταση δεν φαίνεται πλέον δυνατή. Εχουμε διακρίνει άλλοτε τέσσερις τρόπους επίθεσης και άμυνας, εφόδου και αμυντικής διάταξης, ένα είδος γενεαλογίας. Οι λύκοι, οι ποντικοί, οι χαφιέδες, οι ιοί.
Αρχικά ο εχθρός είναι μετωπικός: είναι οι λύκοι -αυτό ισχύει και για τον ανθρώπινο εχθρό- αμπαρώνεται κανείς, φτιάχνει τείχη, συγκροτεί την πόλη του Μεσαίωνα, σε κάθε περίπτωση αντιστέκεται μετωπικά. Ο εχθρός είναι ορατός, ξέρει κανείς με ποιον έχει να κάνει, και οριακά μέχρι την πάλη των τάξεων του Μαρξ βρισκόμαστε πάντοτε σε αυτό το σχήμα. Επειτα έρχονται όχι πλέον οι λύκοι αλλά οι ποντικοί. Είναι ένας υπόγειος εχθρός, η μετωπική άμυνα δεν υπάρχει πλέον, χρειάζεται να επινοήσουμε κάτι άλλο, μια προφύλαξη, μιαν υγιεινή, να προσπαθήσουμε να τιθασεύσουμε αυτόν τον λιγότερο ανιχνεύσιμο εχθρό.
Μετά έρχεται μια άλλη γενιά εχθρών. Είναι οι χαφιέδες, οι οποίοι περιφέρονται όχι στο τρισδιάστατο πεδίο αλλά σε όλες τις χαραμάδες. Διαφορετικά από τους ποντικούς αυτοί κυκλοφορούν λίγο ώς πολύ παντού, γίνεται πολύ δύσκολο να τους περιορίσεις, χρειάζεται να αλλάξεις όλους τους τρόπους άμυνας. Η τέταρτη φάση είναι οι ιοί. Βρισκόμαστε τότε σε μια τέταρτη ιογενή διάσταση, όπου δεν υπάρχει πλέον δυνατή αντίσταση. Τι μπορούμε να κάνουμε τότε;
Χρειάζεται να δούμε σε τι αντιστοιχούν όλα αυτά. Οι ποντικοί είναι όλα τα μυστικά συστήματα, η ίντριγκα κ.λπ. Οι χαφιέδες είναι τα παράσιτα όλων των συστημάτων που δεν μπορούν να ελέγξουν τα πράγματα. Αλλά ο ιός είναι χειρότερος, επειδή είναι η ίδια η πληροφορία. Ο ιός είναι κατ’ εξοχήν φορέας πληροφοριών και ταυτόχρονα καταστροφέας της πληροφόρησης. Είναι ένας εχθρός αλλά δεν γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτόν. Εχει μία μόνο λειτουργία; Μια ζωτική λειτουργία; Γίνεται πολύ δύσκολο να προστατευτούμε από αυτόν. Υπάρχουν προβλήματα που τίθενται στο ίδιο το σύστημα με όρους αυτοάμυνας. Ταυτόχρονα όμως το πρόβλημα τίθεται και σε εκείνους που θέλουν να ανατρέψουν το σύστημα, επειδή είναι κανείς υποχρεωμένος να περάσει από τις ίδιες περιπέτειες της άμυνας και της επίθεσης.
Ενάντια σε έναν αθέατο και επομένως ασύλληπτο εχθρό, υποθέτω ότι χρειάζεται να γίνουμε και εκείς οι ίδιοι αθέατοι και ασύλληπτοι. Χρειάζεται η σκέψη να γίνει και αυτή ιογενής. Αυτό δεν είναι ένα απαισιόδοξο συμπέρασμα, αλλά χρειάζεται να πολεμήσουμε τον εχθρό με τα δικά του όπλα, με βάση τη δική του λογική. Χρειάζεται επομένως μια σκέψη η οποία, προκειμένου να αποτελεί μια πρόκληση, πρέπει να βρίσκεται στο ύψος ενός συστήματος το οποίο είναι παράδοξο, ασύλληπτο και απροσδιόριστο. Αυταπατάται πολύ κανείς όταν θέλει να επαναφέρει τα προβλήματα σε παραδοσιακές θεματικές, όταν συνδικαλίζεται, διαμαρτύρεται, διαδηλώνει σαν να είχαμε πάντοτε να κάνουμε με το ίδιο σύμπαν (…)
Τι γίνεται μια σκέψη όταν αναμετριέται με έναν κόσμο ο οποίος δεν είναι πλέον ακριβώς ο κριτικός κόσμος, εκείνος της κρίσης και της κριτικής σκέψης; Εχει επιρροή σε έναν κόσμο ο οποίος έχει γίνει εικονικός και ψηφιακός; Δεν το νομίζω. Χρειάζεται η σκέψη να είναι ομόλογη με το αντικείμενό της και να μπορεί ταυτόχρονα να διαφοροποιείται με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο από αυτό.
Απέναντι σε έναν ιογενή κόσμο η σκέψη οφείλει ίσως να γίνει και αυτή ιογενής, δηλαδή ικανή να δημιουργεί συσχετίσεις ή διαχωρισμούς διαφορετικούς από εκείνους της αντικειμενικής κριτικής ή ακόμη και της διαλεκτικής κριτικής. Οφείλει να είναι αγκυροβολημένη σε αυτή την ιογένεια του κόσμου και ταυτόχρονα να είναι ο αντίποδάς της, διαφορετικά δεν υπάρχει πλέον ως σκέψη.
Είναι μια δομική αντίφαση αλλά είναι και μια ενδιαφέρουσα κατάσταση. Τι κάνει η σκέψη το αντικείμενό της; Οφείλει να το αντανακλά με όρους αλήθειας, να το αποκαλύπτει, να το διαθλά;
Ή μήπως η σκέψη οφείλει να είναι καθεαυτή ένα γεγονός, κάτι που κλονίζει την τάξη του κόσμου;
Τάσσομαι μάλλον υπέρ μιας σκέψης η οποία εντάσσεται στον κανόνα του παιχνιδιού του κόσμου, επειδή αν αυτή παίζει ένα άλλο παιχνίδι δεν έχει πλέον επιρροή, αλλά η οποία επισπεύδει την πορεία του, την επιταχύνει προς το τέλος της. Αυτή η σκέψη είναι ένα στοιχείο επιτάχυνσης, γιατί διαφορετικά δεν αποτελεί γεγονός. Η σκέψη επιτείνει αυτή την ευαισθησία για τις τελικές καταστάσεις, που μου φαίνεται ότι χαρακτηρίζουν την τωρινή πορεία του κόσμου, μια πορεία παροξυντική. Η σκέψη είναι επομένως αυτό το παροξυντικό στοιχείο που συγκρατιέται ακριβώς πριν από το τέλος, αλλά και που βαδίζει όλο και ταχύτερα προς το τέλος.
Giannis Giataganas
IT related
No comments:
Post a Comment